Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΟΥ ΜΕ ΔΙΚΗΓΟΡΟ

Ειρ Λαυρίου 134/2013 – Παράσταση στο Ειρηνοδικείο με δικηγόρο / υπογραφή αίτησης ν. 3869/2010 από οφειλέτη με αυτοπρόσωπη παράσταση

Περίληψη: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα – Παράσταση στο Ειρηνοδικείο με δικηγόρο – Υπογραφή αίτησης ρύθμισης από τον οφειλέτη – Αυτοπρόσωπη παράσταση οφειλέτη -. Σκοπός του νομοθέτη με τη διαφοροποίηση της διατύπωσης του άρθρου 94 παρ. 2 περ. α΄ ΚΠολΔ, ήταν να μη θίξει ως προς το ζήτημα της υποχρεωτικής παράστασης με δικηγόρο μόνο τις υποθέσεις εκείνες που με το προηγούμενο καθεστώς υπάγονταν στην καθύλη αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου, όχι όμως και τις υπόλοιπες υποθέσεις αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου, στις οποίες περιλαμβάνονται εκτός από τις αποτιμητές σε χρήμα διαφορές με αντικείμενο μικρότερο των 12.000 ευρώ, και υποθέσεις που το αντικείμενό τους δεν είναι επιδεκτικό χρηματικής αποτίμησης και υπάγονται στην καθύλη αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, όπως οι υποθέσεις ρύθμισης των χρεών υπερχρεωμένων οφειλετών φυσικών προσώπων του ν.3869/10...
Ειδικά ως προς τις τελευταίες ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε το ειρηνοδικείο ως αποκλειστικά καθύλη αρμόδιο, ήταν η δυνατότητα κατάθεσης της αίτησης και παράστασης χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, σύμφωνα με τη διάταξη του αρθ. 94 παρ.2 περ. α όπως ίσχυε τότε, γεγονός που καθιστούσε λιγότερο δαπανηρή την προσφυγή στη ρύθμιση του υπερχρεωμένου οφειλέτη. Επομένως η διάταξη του αρθ. 94 παρ. 2 περ. α’ ΚΠολΔ με τη νέα της διατύπωση θα πρέπει να ερμηνευτεί ως αποκλείουσα τη παράσταση χωρίς δικηγόρο ειδικά και μόνο στις αναγνωριστικές και καταψηφιστικές αγωγές με αίτημα που υπερβαίνει το ποσό των 12.000 ευρώ, και ότι σε κάθε άλλη περίπτωση επιτρέπεται η παράσταση στο ειρηνοδικείο και αυτοπροσώπως. Μια τέτοια ερμηνεία βρίσκεται μέσα στα όρια του σκοπού του νομοθέτη της νέας διάταξης, ενώ ειδικά ως προς τις υποθέσεις του νόμου 3869/10 είναι σύμφωνη και με την επιλογή από το νομοθέτη του ειρηνοδικείου ως αποκλειστικά καθύλη αρμόδιου δικαστηρίου ώστε να περιοριστεί η επιβάρυνση του οφειλέτη. Στην προκειμένη περίπτωση, μοναδικό εισόδημα της αιτούσας και του συζύγου της αποτελούν οι αποδοχές τους, οι οποίες, ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 1.000,00 περίπου ευρώ και ενόψει αυτού το προς διάθεση στην πιστώτριά της ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών ανέρχεται στο ποσό των 70 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της τετραετίας, η καθής- πιστώτρια θα έχει λάβει το συνολικό των 3.360,00 ευρώ, και επομένως απομένει υπόλοιπο 16.415,32 ευρώ. Η απαλλαγή της αιτούσας από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι της πιστώτριάς της, θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 11 παρ.1 ν.3869/2010) μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων, που της επιβάλλονται με την απόφαση αυτή.
Αριθμός 134/2013
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ
(ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Λαυρίου Παναγιώτα Γραμματικάκη και το Γραμματέα Παντελή Πλατανησιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Μαρτίου 2013, για να δικάσει μεταξύ:
Της αιτούσας: …………. του ……….., συζ. ………., κατοίκου Λαυρίου Αττικής, Εργατικές Κατοικίες, η οποία παραστάθηκε αυτοπροσώπως.
Της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευση της [άρθρα 5 ν.3869/2010 και 748 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.] και παρίσταται ως εξής: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Σταδίου αρ. 40) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Μαρίας-Ελένης Βρεττού.
Η αιτούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 7-6-2012 και με αριθμ. εκθ. καταθ. 149/7-6-2012 αίτησή της, που απευθύνεται προς το Δικαστήριο αυτό, για όσους λόγους επικαλείται σ’ αυτή.
Για τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής ορίστηκε η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Ακολούθησε η συζήτηση όπως αναφέρεται στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΟΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του αρθ. 94 παρ. 2 περ. α’ όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το αρθ. 7 ν. 3994/11, ήταν επιτρεπτή η δικαστική παράσταση ενώπιον του ειρηνοδικείου χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο σε κάθε περίπτωση. Με την τροποποιημένη διάταξη ορίζεται πλέον ότι επιτρέπεται η δικαστική παράσταση ενώπιον του ειρηνοδικείου χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο μόνο εφόσον το αντικείμενο της διαφοράς δεν υπερβαίνει το ποσό των 12.000 ευρώ. Με τη νέα διατύπωση της διάταξης αυτής, με την οποία τίθεται πλέον ποσοτικό κριτήριο για την υποχρεωτικότητα ή μη της παράστασης στο ειρηνοδικείο με δικηγόρο, δημιουργειται ερμηνευτικό ζήτημα, καθόσον ο περιορισμός αυτός λόγω ποσού παραπέμπει σε υποθέσεις το αντικείμενο των οποίων είναι επιδεκτικό χρηματικής αποτίμησης, οι οποίες εισάγονται προς διάγνωση με τη μορφή της καταψηφιστικής και αναγνωριστικής αγωγής, όχι όμως και σε υποθέσεις που το αντικείμενό τους δεν είναι επιδεκτικό χρηματικής αποτίμησης και υπάγονται στην υλική αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, όπως αυτές που εισάγονται με την αίτηση του αρθ. 4 παρ. 1 του ν. 3869/10, αντικείμενο των οποίων δεν είναι ορισμένο χρηματικό ποσό αλλά η ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη και η απαλλαγή απ’ αυτά με σκοπό την επανένταξή του στην κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 21). Η επίλυση του ερμηνευτικού αυτού προβλήματος θα πρέπει να γίνει με βάση το σκοπό της νέας ρύθμισης, ο οποίος σχετίζεται με την αύξηση με τον ίδιο νόμο (3994/11) της λόγω ποσού αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου, καθώς και την αρχική διατύπωση της διάταξης του αρθ. 94 παρ. 2 εδ. α’ ΚΠολΔ. Με τη θέσπιση ποσοτικού κριτηρίου, το οποίο ταυτίζεται με το ανώτατο όριο των αποτιμητών σε χρήμα διαφορών, που υπάγονταν στην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου κατά το αρθ. 14 παρ. 1 α’ ΚΠολΔ πριν την τροποποίησή του, ο νομοθέτης ήθελε η λόγω ποσού αύξηση της καθύλη αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου να μην επηρεάσει την υποχρεωτικότητα της παράστασης με δικηγόρο, για τις υποθέσεις με αντικείμενο πάνω από 12.000 ευρώ, όπως προβλεπόταν από τη διάταξη του αρθ. 94 παρ. 2 περ. α’ ΚΠολΔ πριν την τροποποίησή του, οι οποίες υπαγονταν τότε στην καθύλη αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου, ώστε και μετά την αύξηση της αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου να είναι υποχρεωτική η παράσταση με δικηγόρο, όπως και συνέβαινε και πριν. Έτσι διαφοροποίησε τη διατύπωση της διάταξης του αρθ. 94 παρ. 2 περ. α’ από τη γενική για κάθε υπόθεση αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου σε ειδική με τη διάκριση της υπέρβασης ή μη του ποσού των 12.000 ευρώ, αποβλέποντας στις συνήθεις περιπτώσεις που το αντικείμενο της δίκης προσδιορίζεται από το ύψος της χρηματικής απαίτησης. Σκοπός συνεπώς του νομοθέτη με τη διαφοροποίηση της διατύπωσης του άρθρου αυτού ήταν να μη θίξει ως προς το ζήτημα της υποχρεωτικής παράστασης με δικηγόρο μόνο τις υποθέσεις εκείνες που με το προηγούμενο καθεστώς υπάγονταν στην καθύλη αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου, όχι όμως και τις υπόλοιπες υποθέσεις αρμοδιότητας του ειρηνοδικείου, στις οποίες περιλαμβάνονται εκτός από τις αποτιμητές σε χρήμα διαφορές με αντικείμενο μικρότερο των 12.000 ευρώ, και υποθέσεις που το αντικείμενό τους δεν είναι επιδεκτικό χρηματικής αποτίμησης και υπάγονται στην καθύλη αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, όπως οι υποθέσεις ρύθμισης των χρεών υπερχρεωμένων οφειλετών φυσικών προσώπων του ν.3869/10. Ειδικά ως προς τις τελευταίες ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε το ειρηνοδικείο ως αποκλειστικά καθύλη αρμόδιο, ήταν η δυνατότητα κατάθεσης της αίτησης και παράστασης χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, σύμφωνα με τη διάταξη του αρθ. 94 παρ.2 περ. α όπως ίσχυε τότε, γεγονός που καθιστούσε λιγότερο δαπανηρή την προσφυγή στη ρύθμιση του υπερχρεωμένου οφειλέτη. Επομένως η διάταξη του αρθ. 94 παρ. 2 περ. α’ ΚΠολΔ με τη νέα της διατύπωση θα πρέπει να ερμηνευτεί ως αποκλείουσα τη παράσταση χωρίς δικηγόρο ειδικά και μόνο στις αναγνωριστικές και καταψηφιστικές αγωγές με αίτημα που υπερβαίνει το ποσό των 12.000 ευρώ, και οτι σε κάθε άλλη περίπτωση επιτρέπεται η παράσταση στο ειρηνοδικείο και αυτοπροσώπως. Μια τέτοια ερμηνεία βρίσκεται μέσα στα όρια του σκοπού του νομοθέτη της νέας διάταξης, ενώ ειδικά ως προς τις υποθέσεις του νόμου 3869/10 είναι σύμφωνη και με την επιλογή από το νομοθέτη του ειρηνοδικείου ως αποκλειστικά καθύλη αρμόδιου δικαστηρίου ώστε να περιοριστεί η επιβάρυνση του οφειλέτη. Κατ’ ακολουθία το δικόγραφο της αίτησης ρύθμισης των οφειλών μπορει να υπογράφεται από τον αιτούντα οφειλέτη και να κατατίθεται αυτοπροσώπως από τον ίδιο, χωρίς να δημιουργείται από το λόγο αυτό ακυρότητα (αντιθ. ΕιρΧαλκ/2012 ΤΝΠ- ΝΟΜΟΣ), ο οποίος έχει τη δικονομική δυνατότητα να παρίσταται χωρίς δικηγόρο.
Με την κρινόμενη αίτηση, κατ’εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών της προς την πιστώτρια, που αναφέρεται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά τη ρύθμιση των χρεών της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή της απ αυτά.
Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο κατά το άρθρο 2 ν.3869/2010 (βλ.την από 10-5-2012 βεβαίωση αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού του Μεσολαβητή Τραπεζικών-Επενδυτικών Υπηρεσιών) β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ αρθ. 13 παρ. 2. Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση της μετέχουσας πιστώτριας και επίδοση σ αυτήν των εγγράφων του αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων, και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τη συμμετέχουσα πιστώτρια (βλ. τις έγγραφες απαντήσεις της). Είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4,5,6 παρ.3, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Ο ισχυρισμός της καθής η αίτηση-πιστώτριας οτι η αίτηση είναι αόριστη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη ως περιέχουσα με πληρότητα όλα τα κατά το νόμο αναγκαία περιστατικά για τον προσδιορισμό του είδους και του αιτήματος της (αρθρ. 216, 747 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός οτι η αίτηση είναι απαράδεκτη λόγω του οτι υπογραφέται από την ίδια την αιτούσα και όχι από πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά παράβαση του άρθρου 94 παρ.2 περ. α ΚΠολΔ, πρέπει επίσης να απορριφθεί, καθόσον, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αρχή της παρούσας, το δικόγραφο της αίτησης ρύθμισης των οφειλών μπορεί να υπογράφεται από τον ίδιο τον αιτούντα οφειλέτη. Τέλος, ο ισχυρισμός της καθής οτι η αίτηση είναι απαράδεκτη, για το λόγο οτι η αιτούσα με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της προτείνει μηδενικές καταβολές, είναι επίσης απορριπτέος, διότι ο νόμος δεν προβλέπει ούτε το ελάχιστο περιεχόμενο του σχεδίου, ούτε δικαστικό έλεγχο του περιεχομένου του, συνεπώς αυτό μπορεί να καθοριστεί ελεύθερα από το οφειλέτη, παραδεκτά δε προτείνεται ακόμα και σχέδιο με μηδενικό περιεχόμενο. [Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών, σελ.71].
Από την εκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης της αιτούσας που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου τούτου και τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα έχει γεννηθεί το 1980, είναι έγγαμη με τον ……… και έχει ένα ανήλικο τέκνο, ηλικίας 5 ετών. Είναι ιδιωτική υπάλληλος και οι μηνιαίες αποδοχές της ανέρχονται στο ποσό των 450,00 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενη ατομική σύμβαση εργασίας της). Ο σύζυγός της είναι επίσης ιδιωτικός υπάλληλος και οι μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 587,26 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενη απόδειξη πληρωμής αποδοχών του μηνός Φεβρουάριου 2013). Πλην των παραπάνω, δεν διαθέτουν κανένα άλλο εισόδημα. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει ως εγγυήτρια τα παρακάτω χρέη, καθότι η καθής-πιστώτρια δεν προβάλλει ισχυρισμό ότι η ανάληψη αυτών έγινε εντός του τελευταίου έτους, τα οποία δεν είναι εξοπλισμένα με εμπράγματη ασφάλεια: Από τη μοναδική της πιστώτρια «ALPHA BANK» της έχουν χορηγηθεί: 1) Μία πιστωτική κάρτα, με την με αριθμό ………. σύμβαση, από την οποία η οφειλή της μέχρι 8-12-2011 ανερχόταν στο ποσό των 10.765,50 ευρώ, και 2) Ένα καταναλωτικό δάνειο με την υπ’αριθμ. ……… σύμβαση, από την οποία η οφειλή της στις 8-12-2011 ανερχόταν στο ποσό των 9.009,82 ευρώ. Συνεπώς, η αιτούσα οφείλει συνολικά στην πιστώτριά της το ποσό των 19.775,32 ευρώ. Η αιτούσα, από το έτος 2010, βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των οφειλών της, κυρίως λόγω της μείωσης των αποδοχών αυτής και του συζύγου της, της αύξησης του κόστους ζωής και της υπερφορολόγησης, η δε αδυναμία της αυτή δεν οφείλεται σε δόλο. Εξάλλου, η αδυναμία πληρωμών καθορίζεται με βάση τη σχέση οφειλών και παροντικής ρευστότητας, αφού ληφθεί υπόψη και η προβλεπόμενη για το εγγύς μέλλον εξέλιξη της ρευστότητας του οφειλέτη. Εφόσον η σχέση αυτή είναι αρνητική με την έννοια ότι η ρευστότητά του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του, υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμών (Κλ. Ρούσσος, Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα). Στην περίπτωση της αιτούσας υπάρχει έλλειψη ρευστότητας, έλλειψη δηλαδή χρημάτων ικανών για να μπορέσει να ανταποκριθεί στα (ληξιπρόθεσμα) χρέη της. Συντρέχουν επομένως στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα αυτή του άρθρου 8 παρ.2. Επομένως η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στην πιο πάνω πιστώτρια από τα εισοδήματά της επί τετραετία, που θα αρχίζουν αμέσως με την κοινοποίηση προς αυτήν της απόφασης (άρθρο 8 παρ.2 ν. 3869/10). Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, όπως προαναφέρθηκε, μοναδικό εισόδημα της αιτούσας και του συζύγου της αποτελούν οι ανωτέρω αποδοχές τους, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, ανέρχονται στο ποσό των 1.000,00 περίπου ευρώ και ενόψει αυτού το προς διάθεση στην πιστώτριά της ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών ανέρχεται στο ποσό των 70 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της τετραετίας, η καθής- πιστώτρια θα έχει λάβει το συνολικό των 3.360,00 ευρώ, και επομένως απομένει υπόλοιπο 16.415,32 ευρώ.
Ενόψει των παραπάνω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία και να ρυθμιστούν οι αναφερόμενες στην αίτηση οφειλές της αιτούσας, όπως αναφέρεται στο διατακτικό. Η απαλλαγή της από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι της πιστώτριάς της, θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 11 παρ.1 ν.3869/2010) μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων, που της επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση.
Καθορίζει τις επί τετραετία μηνιαίες καταβολές της αιτούσας προς την καθής- πιστώτριά της, οι οποίες θα αρχίζουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτήν της παρούσας απόφασης, ποσού εβδομήντα (70,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρων της καθής η αίτηση, στο Λαύριο στις 11 Απριλίου 2013.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣΟ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ