Κυριακή 3 Απριλίου 2016

100/2016 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. ΝΟΜΕΑΣ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΤΕΜΑΧΙΟΥ, ΚΑΤΑ ΠΛΑΣΜΑ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΝ Ο ΚΛΗΡΟΥΧΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΟΥ.ΔΥΝΑΤΗ Η ΝΟΜΗ ΑΠΟ ΤΡΙΤΟΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ 23.5.1968,ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΟΤΙ ΔΕΝ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΔΙΑ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑΤΜΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΤΕΜΑΧΙΟΥ. ΕΝΝΟΙΑ ΠΡΑΞΕΩΝ ΝΟΜΗΣ-ΠΕΡΙΠΤΩΣΙΟΛΟΓΙΑ

    Από την παραχώρηση του κληροτεμαχίου , και μέχρι την έναρξη ισχύος του ΑΝ 431/1968 (23.5.1968) ,ο εγκαθιστάμενος στο κληροτεμάχιο  κληρούχος θεωρούνταν, σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 2 του Αγροτικού Κώδικα, πλάσματι δικαίου, μόνος καλής πίστεως  νομέας αυτού, έστω κι αν δεν το κατέχει πραγματικά. Μετά την ισχύ του ΑΝ 431/1968 παύει το παραπάνω πλάσμα δικαίου και έτσι η νομή του κληροτεμαχίου μπορεί να αποκτηθεί και από τρίτον, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην κτήση της κυριότητας σε αυτό με χρησικτησία, υπό την προϋπόθεση της μη κατατμήσεως του κληροτεμαχίου.
     Πράξεις νομής ακινήτου είναι οι εμφανείς υλικές πράξεις σε αυτό ,που είναι δηλωτικές της βούλησης του νομέα να  εξουσιάζει τούτο και οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με τον κατά την βούληση του νομέα προορισμό του πράγματος.
    Τέτοιες πράξεις είναι,μεταξύ άλλων, η εποπτεία, η επίβλεψη, η επίσκεψη, η παραχώρηση σε τρίτο με ή χωρίς αντάλλαγμα και , εφόσον είναι κληρονομιαίο ακίνητο, η αποδοχής της κληρονομιάς και η μεταγραφή της, η καταβολή φόρου κληρομομιάς κ.α., χωρίς παράλληλα να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επιμέρους πράξεων , μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας (Α.Π. 92/2013, ΑΠ 311/2012).
   Σημείωση: Με την διάταξη του άρθρου 37 παρ. 1 περ. β του Ν. 4061/2012  ,με το οποίο καταργείται ο ΑΝ 431/1968, παύει να ισχύει το παραπάνω πλάσμα δικαίου, εξυπακούεται από την ισχύ της διάταξης του άρθρου 37 παρ. 1 περ. β του Ν. 4061/2012 και στο μέλλον. 



Αριθμός 100/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε αττό τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Πέτρο Σαλίχο και Ιωάννη Φιοράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 16 Δεκεμβρίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: …………. του ……., κατοίκου …………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου Κυριάκου Παραβάντη.
Του αναιρεσίβλητου: ………….. του …………., κατοίκου …….., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Εμμανουήλ Τσαλικίδη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 2-7-2010 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας. Εκδόθηκε η απόφαση 191/2010 του ιδίου Δικαστηρίου με την οποία κήρυξε εαυτό καθ' ύλην αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο Καβάλας. Επανήλθε με κλήση προς συζήτηση η πιο πάνω αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καβάλας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:23/2012 του ιδίου Δικαστηρίου και 247/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας που δίκασε ως Εφετείο. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων, με την από 17-3-2015 αίτηση του και τους από 1-9-2015 πρόσθετους λόγους επ' αυτής.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Πέτρος Σαλίχος, ανέγνωσε την από 7-12-2015 έκθεσή του, με την οποία εισηγείται την απόρριψη  της αίτησης αναίρεσης και των πρόσθετων λόγων επ' αυτής.  Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της  αίτησης αναίρεσης και των πρόσθετων λόγων, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 560 αρ. 1 ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης, για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, αν για την εφαρμογή του το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσία την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται ( Α.Π. 146/2012 ). Εξάλλου, από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 79 του Αγροτικού Κώδικα (β.δ. της 29.10/6-12-1949), σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του ίδιου άρθρου και εκείνες των άρθρων 26, 74, 180 και 203 του ίδιου Κώδικα, ενόψει δε και της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του α.ν. 431/1968,προκύπτει ότι ο κατά τον αγροτικό νόμο αποκαθιστάμενος κληρούχος από της παραχωρήσεως σ'  αυτόν συγκεκριμένου κλήρου και μέχρι την έναρξη της ισχύος του α.ν. 431/1968, και αν ακόμη δεν τον κατέχει πραγματικά, θεωρείται κατά πλάσμα του νόμου ως μόνος καλής πίστεως νομέας αυτού και συνεπώς ο κλήρος που του παραχωρήθηκε είναι ανεπίδεκτος χρησικτησίας από άλλον, το ίδιο δε πλάσμα ισχύει και υπέρ των καθολικών διαδόχων του αρχικού κληρούχου για την ταυτότητα του νομικού λόγου. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του α.ν. 431/1988 προκύπτει ότι, μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού (23-5-1968), ο κατά την εποικιστική εν γένει νομοθεσία αποκατασταθείς κληρούχος και οι κληρονόμοι του δεν λογίζονται κατά πλάσμα του νόμου νομείς του κλήρου αν δεν κατέχουν πράγματι αυτόν και συνεπώς είναι δυνατή η χωρίς τη θέλησή τους κτήση από τρίτο της νομής ολόκληρου του κληροτεμαχίου, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην κτήση της κυριότητας αυτού με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, εφόσον συμπληρωθεί ο απαιτούμενος για καθεμιά από αυτές χρόνος, υπό τον περιορισμό σε κάθε περίπτωση να μη κατατέμνονται τα τεμάχια της οριστικής διανομής. Ο περιορισμός αυτός της μη κατάτμησης τίθεται ως γενική αρχή και έχει εφαρμογή σε κάθε μεταβίβαση του κλήρου, όχι μόνον όταν γίνεται με τη θέληση του κληρούχου, δηλαδή με δικαιοπραξία, αλλά και στην περίπτωση απόκτησης της κυριότητας χωρίς τη θέληση αυτού, όπως με χρησικτησία (ΑΠ 1190/2010, Α.Π. 866/2007). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1045 και 1051 Α.Κ. προκύπτει ότι για την κτήση κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα εκείνου που απέκτησε τη νομή αυτού με καθολική ή ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του. Νομέας δε είναι όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα, αν ασκεί την εξουσία αυτήν με διάνοια κυρίου. Άσκηση της νομής επί ακινήτου αποτελούν οι εμφανείς υλικές πράξεις επ'αυτού, που είναι δηλωτικές της βούλησης του νομέα να εξουσιάζει τούτο και οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με τον κατά τη βούληση του νομέα περιορισμό του πράγματος. Τέτοιες δε πράξεις είναι και η εποπτεία, η επίβλεψη, η επίσκεψη, η παραχώρηση σε τρίτον με ή χωρίς αντάλλαγμα και, εφόσον πρόκειται για κληρονομιαίο ακίνητο, η αποδοχή της κληρονομιάς και η μεταγραφή της, η καταβολή του φόρου κληρονομιάς κ.α., χωρίς παράλληλα να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επιμέρους πράξεων, μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας ( Α.Π. 92/2013, Α.Π. 311/2012 ). Στην προκειμένη περίπτωση,...